Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Κεφάλαιο 1


"Πανδοχέα" ακούστηκε μια δυνατή φωνή και ένα χέρι χτύπησε την μπάρα.

Ο Στάς τινάχτηκε και  κοίταξε αγουροξυπνημένα τον πελάτη. Ήταν ένας νάνος που μετα δυσκολίας στεκόταν στην καρέκλα που ήταν φτιαγμένη για ανθρώπους.Πρέπει να του πήρε τουλάχιστον δέκα λεπτά να ανέβει γιατί φαινόταν πολύ εκνευρισμένος.

-"Τι θα πάρετε;Δύο λίτρα μπύρα;" αποκρίθηκε ο Στας ακουμπώντας βαριεστημένα πάνω στον πάγκο.

-"Ναι και φρόντισε να είναι σε καθαρό ποτήρι.Την τελευταία φορά βρήκα μέσα κομμάτια από κάρβουνο." είπε ο νάνος ενώ  καθάριζε τα χέρια του απο το κάρβουνο της τελευταίας ανασκαφής.

"Εντάξει εντάξει" είπε ο Στάς γυρνώντας και παίρνοντας ενα ποτήρι Κατευθύνθηκε προς τα βαρέλια της μπύρας και των υπολοίπων ποτών.Οι κινήσεις του ήταν αρκετά αργές έως νωχελικές σε αντίθεση με την υπόλοιπη ταβέρνα που ξεχύλιζε απο φασαρία. Ήταν οι πρώτες μέρες του χειμώνα και το Θορνπιτ είχε γεμίσει ταξιδιώτες που έφευγαν απο τις παρυφές του Μεγάλου Δάσους.Όλοι τους ήθελαν να γυρίσουν στην ασφάλεια των τειχών πριν αρχίσουν τα πρώτα χιόνια και  το Θορνπιτ ήταν ο πρώτος σταθμός για τις μεγάλες κοιλάδες του Λευκού Βασιλείου.Ο κάθε ένας είχε να διηγηθεί μια ιστορία για το Μεγάλο δάσος και οτι είχε αντικρύσει εκεί.Κάποιοι  έλεγαν οτι οι νεκροί βγαίνουν απο τους τάφους τους,άλλοι οτι τα Ορκ κατεβαίνουν κατα χιλιάδες για επιδρομές,άλλοι οτι οι δράκοι τον χειμώνα τρελλαίνονται και σκοτώνουν οτι ζωντανό πλάσμα βρούνε μπροστά τους.

"Βλακείες"  σκέφτηκε ο Στάς. Οι νεκροί δεν έχουν περπατήσει την γη για χίλια χρόνια,τα ορκ είναι απασχολημένα με το να πλακώνονται μεταξύ τους και οι δράκοι προτιμάνε να κοιμούνται άνετα στις σπηλιές τους παρά να γυρίζουν μεσα στο παγωμένο δάσος.Ο Στας ήταν σίγουρος οτι αυτές τις φήμες τις κυκλοφορούσαν τα Ελφ  για να κάνουν τις γιορτές τους ήσυχα  μακριά απο τα μάτια των αδιάκριτων ταξιδευτών.

Ούτως ή άλλως ο ίδιος ειχε σημαντικότερα προβλήματα.Πρώτον τα ποτά του τελείωναν αφού οι έμποροι καθυστερούσαν επίτηδες τις προμήθειες για να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε υψηλότερες τιμές.Δεύτερον και πιο σημαντικό το Κόκκινο Φεγγάρι  είχε κάνει κάνει την εμφάνιση του πιο νωρίς απο οτι περίμενε.Για τους  βάρδους ήταν μια υπέροχη ευκαιρία να τραγουδάνε ρομαντικά τραγούδια  (εκτός φυσικά απο τις λίμνες όπου οι νύμφες είχαν μια διαφορετική άποψη για το τι εστι ρομαντικό και μαστίγωναν με καλαμιές τους βάρδους) αλλά για  τύπους σαν τον Στας δεν ήταν  τόσο ευχάριστο.
Δεν ήταν εύκολοι καιροί να είσαι λυκάνθρωπος.Παρόλο που  απο αρκετά μικρός είχε μάθει να ελέγχει τον λύκο μέσα του,κατά την διάρκεια του κόκκινου φεγγαριού  το βράδυ έχανε τον έλεγχο της μεταμόρφωσης του.Φυσικά εαν τον έπιαναν θα του κάρφωναν δεκα ασημένιες βέργες στην καρδιά και θα τον έκαιγαν πράγμα που δεν το ήθελε.Είχαν περάσει κοντά στα εκατό χρόνια που οι άνθρωποι  πίστεψαν οτι σκότωσαν και τον τελευταίο λυκάνθρωπο. Απο τότε οι λυκάνθρωποι υπήρχαν μόνο στα παραμύθια για να τρομάζουν οι μανάδες τα παιδιά τους.

"Καλύτερα έτσι." σκέφτηκε ο Στας και σέρβιρε την μπύρα στον νάνο
.
Ο νάνος πήρε την μπύρα με το ένα του χέρι και έσπρωξε με το άλλο 4 χάλκινα.Κατέβασε την μπύρα μέσα σε ελάχιστο χρόνο και ρεύτηκε δυνατά,συναγωνιζόμενος την φασαρία της ταβέρνας επάξια.Ο Στας πήρε τα νομίσματα και καθάρισε τις πιτσιλιές που άφησε ο νάνος στην μπάρα.Το βλέμμα του έπεσε πάνω στον νάνο που τον ειχε καρφώσει με το βλέμμα του.

"Ποιο είναι το πρόβλημα;" είπε ο Στας κάπως ενοχλημένος.

"Εχω γυρίσει πολλά πανδοχεία σε ολόκληρο το βασίλειο. Εδω και διακόσια χρόνια πίνω μπύρες και γνωρίζω κάθε πανδοχέα σε ολόκληρο το βασίλειο.Αλλά εσύ είσαι περίεργος.Κάτι κρύβεις." αποκρίθηκε ο νανος έχοντας πάρει ενα κουτό βλέμμα.

Ο Στάς δεν πάγωσε.Ήξερε να φυλάει καλά το μυστικό του.Λίμαρε τους κυνόδοντές του κάθε πρωϊ και φρόντιζε να κρατάει την ψυχραιμία του ακόμα και οταν γύρω του γινόταν μάχη.Παρόλα αυτά ήθελε να διασκεδάσει με την βλακεία του νάνου και τον ρώτησε:

"Τι μπορεί να κρυβει ενας πανδοχέας σαν και εμένα;"

"Δες.Όλοι εδώ είναι αγχωμένοι με τον βαρύ χειμώνα που πέφτει στην χώρα.Μπορεί να είναι και ο τελευταίος.Εσύ όμως φαίνεσαι ψύχραιμος,σαν να μην σε απασχολεί που οι νεκροζώντανοι θα κατέβουν απο το δάσος και θα μας σφάξουν όλους." γρύλλισε ο Νάνος.

"Ίσως γιατί οι νεκροζώντανοι έχουν να δώσουν σημάδια εδώ και χίλια χρόνια.Ακόμα και τότε με την βοήθεια των βρυκολάκων καταφέραμε και τους νικήσαμε.Γιατί λοιπόν να χολοσκάω κάθε χειμώνα με τέτοιες ιστορίες;"

"Πφφφ" είπε ο Νάνος φτύνοντας λιγη ακόμα μπύρα πανω στον πάγκο."Ποιός συμπαθεί τους Βρυκόλακες;Αν θες την άποψη μου θα έπρεπε να τους σκοτώσουμε την εποχή που  καίγαμε και αυτούς τους βρωμιάρηδες τους λυκανθρώπους"

Σε αυτό δεν μπορούσε να διαφωνήσει ο Στάς.Σιχαινόταν τα βαμπίρ όσο τίποτα στον κόσμο.Υπεράνω,λεπτεπίλεπτα πάντα εριστικά,προσπαθούσαν να ειναι το επίκεντρο κάθε παρέας,συμβουλίου ή ακόμα και ταβέρνας.Τα βαμπίρ με τους λυκανθρώπους ποτέ δεν τα πήγαιναν καλά για αυτο ακριβώς το λόγο.Εκεί που ένας άνθρωπος θα έβρισκε χαριτωμένη την προσβολή ενος βαμπίρ,ο λυκάνθρωπος θα έσπαγε το λαιμό του τελευταίου σαν οδοντογλυφίδα.Βλέπετε τα βαμπίρ δεν είχαν περισσότερες ελπίδες απο οτι ενας άνθρωπος ενάντια στους λυκανθρώπους."Αιματοσακούλες" τα  αποκαλούσε ο θείος του Στάς και δεν είχε άδικο.

Ίσως η δήλωση του νάνου  έκανε τον Στας να γίνει λιγο πιο φιλικος με τον τελευταίο.Πήρε το άδειο ποτήρι του νάνου και αφού το γέμισε ξέχυλο το σερβίρισε στον νάνο.

-"Απο το μαγαζί"
Το πρόσωπο του νάνου έλαμψε απο χαρά και με δυο κινήσεις άδειασε το ποτήρι.Εκείνη την φορά δεν ρεύτηκε πιθανότατα γιατί η μπύρα ήταν ξεθυμασμένη.
"Πως πήγαν οι  εξορύξεις  αυτό το καλοκαίρι;" ρώτησε ο Στας τον νάνο ακουμπώντας με τα χέρια του σταυρωτά πάνω στον πάγκο.
Ο νάνος  αναστέναξε  με μια υπόνοια ρεψίματος.

-"Όχι τόσο καλά.Τα περισσότερα μεταλλεία έχουν στερέψει και όσα έχουν μετάλλευμα βρίσκονται πέρα απο το μεγάλο δάσος.Ακόμα και το καλοκαίρι είναι δύσκολο να περάσεις το μεγάλο δάσος,τις κόκκινες οροσειρές και να φτάσεις στο οροπέδιο του Ορι.Το  ταξίδι κρατάει 1 μήνα οπότε δεν προλαβαίνεις να σκάψεις ούτε ένα μήνα πριν αρχίσει το φθινόπωρο.Άσε που οι βροχές της άνοιξης  γεμίζουν λάσπη όλο το δρόμο προς τα εκεί."

"Γιατί δεν κάνετε μια αποστολή και να περάσετε τον χειμώνα εκει;Το κλίμα στο οροπέδιο του Ορι δεν είναι κακό.Πριν τριακόσια χρόνια πολλοί νάνοι στάθμευαν και περνούσαν τον χειμώνα εκεί και εξόρυσσαν τεράστιες ποσότητες απο Μιθριλ και Αλκάλουμ." ρώτησε ο Στάς.

Ο νάνος γέλασε δυνατά και είπε συνωμοτικά στον Στάς:
"Ακριβώς πριν τριακόσια χρόνια.Τώρα η περιοχή βρίθει απο ληστές και τέρατα.Πριν τριακόσια χρόνια,το βασίλειο των τριών θρόνων  όπου ανήκε το οροπέδιο του Όρι εξασφάλιζε ασφαλές πέρασμα στο οροπέδιο.Το ξέρω αυτό άνθρωπε γιατί ήμουν σε μια τέτοια αποστολή τότε.Έβλεπες κάθε εκατό μέτρα φυλάκιο και  έτσι μπορούσε ο κάθε ένας να κάνει την τύχη του είτε σαν έμπορος είτε σαν ανθρακωρύχος.Σαν αντάλλαγμα έδινες το ενα δέκατο απο οτι εξόρυσσες στο βασίλειο.Πολυ καλή ανταλλαγή εαν  θέλεις την γνώμη μου.Όταν έπεσε το βασίλειο  επικράτησε αναρχία.Αλλά που να τα ξέρεις εσύ αυτά.Είσαι πάρα πολυ νέος ακόμα και για να έχεις ακούσει τους μύθους που ακολούθησαν την πτώση."

Οχι ο Στάς ήταν μόνο 129 χρονών.Είχε μάθει όμως πολλά απο τα Βιβλία των Εκατό.Τα βιβλία των 100 ήταν  τα ημερολόγια των εκατό γενεών λυκανθρώπων.Κάθε νέα γενιά φρόντιζε να έχει ενα ιστορικό που κατέγραφε όλα τα σημαντικά γεγονότα που λάμβαναν χώρα στο βασίλειο των τριών θρόνων και οχι μόνο.Θυμόταν ακόμα την πρώτη μέρα που μπηκε στην Βιβλιοθήκη και αντίκρυσε τα γραπτά 5000 ετών.Ολα τακτοποιημένα και πεντακάθαρα με τέσσερις φρουρούς  να τα προσέχουν μέρα νύχτα.Μια πραγματική κληρονομιά  για την οποία ήταν περήφανοι οι λυκάνθρωποι.Μέχρι βέβαια την ημέρα που οι ηλίθιοι οι άνθρωποι έκαψαν την βιβλιοθήκη με αφορμή οτι περιείχαν   γραπτά  νεκρομαντείας.Άραγε θα καταλάβουν ποτέ οι άνθρωποι την καταστροφή την οποία έκαναν;

Χαμένος μεσα στις σκέψεις του ο Στας,επανήλθε στην πραγματικότητα οταν ο Νάνος  άρχισε να φωνάζει δυνατά στο αυτί του:"ΘΕΛΩ ΔΩΜΑΤΙΟ".

"Συγγνώμη ήμουν αφηρημένος.Το δωμάτιο κοστίζει 10 χάλκινα το βράδυ.Εχει καθαρές κουβέρτες και σεντόνια,τα αλλάζουμε κάθε μέρα.Το πρωϊνό σερβίρεται πολυ νωρίς το πρωϊ.Σε τι όνομα να το χρεώσω;" 

"Σλορι" είπε ο Νάνος πέφτοντας με δύναμη απο το σκαμπό."Είναι λιγο ψηλή η τιμή αλλά καλύτερα εδω μέσα παρά έξω.Το κόκκινο φεγγάρι κάνει την εμφάνιση του εκει έξω."

"Ε και τι φοβάσαι;Οι λυκάνθρωποι έχουν εξαφανιστεί πλέον." είπε χαμογελώντας ο Στάς.

Ο Σλόρι σταμάτησε και γύρισε.Για  ενα κλάσμα του δευτερολέπτου ο Στας είδε την ανησυχία στα μάτια του Σλόρι.Ήταν το ίδιο βλέμμα με ένα κάστορα που το βράδυ στο φράγμα του ακούει περίεργους ήχους και ξέρει οτι δεν είναι τα αρθροιτικά του .

"Ο μεγάλος μαύρος ποτέ δεν εξαφανίστηκε.Όσο υπάρχει αυτός έξω κανένας δεν ειναι ασφαλής τα βράδια με κόκκινη πανσέληνο." είπε και ανέβηκε βιαστικά τις σκάλες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου